Την Ωραιότητα

by Apollo Spiliotis
Στην  Βασιλική
Η αλήθεια φτιάχνει φωλιά

τα δικά σου τα μάτια

που τα κάνει να λάμπουν

με αόρατο φως μάτια καστανά.

Έχουν τύχει θεϊκής ευλογιάς

την γαλήνια όψη να έχουν

το ανθρώπινο βλέμμα θωρώντας

να εκφράζουν παλμούς αληθείας.

Το λευκότατο πέπλο συμπληρώνει

το αγνό της καρδιάς

καθήν  ώραν η αγνή σου ψυχή

κλίνει γόνυ μπρος εις τα Θεία.

Οι άγγελοι εψάλλαν γλυκά τ’ Ωσαννά

κι ωραία η παρθένα οδηγείτο

μπρος στο Άγιο Βήμα

το μυστήριο του γάμου καθώς ετελείτο

«Το υπέρλαμπρων της Αγνοίας»

τα χερουβείμ εκτελούσαν μυστικά

στα λευκά στολισμένους είδα αγγέλους

κι’ ήταν όλα σωστή Πασχαλιά.

Ήταν θαύμα!! Με θεία πνοή ενώθη

σ’ ένα η ψυχή μας  και Θεού ευλογία.

 Φυλακτό στη ζωή μας.

Η Ναυτική μου Τσάντα

by Apollo Spiliotis
H_Nautikn_mou_Tsavta.jpg

Μια τσάντα κάπου απόκτησα

γυρίζοντας στα ξένα, δεν αμφιβάλω αγόρασα

κάποιου βουβάλου δέρμα.

Για cargo σταματήσαμε μια μέρα στο Καράτσι,

 η τύχη μην αλλάξει,  μαζί την πήρα συντροφιά.

Σε κάθε μπάρκο πού έκανα

έπαιρνα  τον εξάντα μαζί μου μέσ’ στην τσάντα

όταν τον σάκο μου έφτιαχνα.

Μέσα τις τσέπες  έκρυβε  τα μυστικά

στων λιμανιών τα μέρη, 

στα  πόρτα  όπου έβγαινα για γράμματα,

των ναυτικών  δηλωτικά κι’ εμβάσματα  λεπτά.

Η αρμύρα φαίνεται μας έδεσε τους δυο,

μου κράταγε το χέρι φεύγοντας απ’ τ’ αρμυρό νερό.

κι’ αργότερα... τα χρόνια  τα μετέπειτα

πηγαίνοντας σχολείο,

την έκανα  φίλο μου καρδιακό.

Κι όταν απένταροι κι οι δυο

επιάναμε το χέρι χειμώνα καλοκαίρι,

μοιάζαμε ταίρι διαλεχτό.

Χίλιες μου χάρισαν μετά

καλοραμμένες τσάντες κομψές και με γιρλάντες,

δεν την αλλάζω όμως με καμιά.

Ένας Διαβήτης

by Apollo Spiliotis
Enas_Diabhths.jpg

Στον Καπετά  Στέλιο   Χαρίτο

Ένας διαβήτης έχει μείνει συντροφιά μου

από τα χρόνια τα παλιά του ναυτικού

τον έχω δίπλα κάθε μέρα στη δουλειά μου

θυμίζοντάς μου τη ζωή του βαποριού.

Αφού τον κόσμο τριγυρίσαμε παρέα

επαροπλίσαμε κι οι δυο κάποιο πρωί

κι αναπολώντας κάπου – κάπου τα ωραία

μου γράφει κύκλους τώρα πάνω στο χαρτί.

Κι  εκεί που γράφω κάποιο τόξο για γεφύρι

ή κάποιου δρόμου την στροφή μ’ ανηφοριά,

λοξοδρομία και πορεία για ταξίδι

χωρίς να θέλει του ξεφεύγει η μολυβιά.

Κάποια συζήτηση ανοίγει για πορεία

για  ένα ταξίδι σε μια θάλασσα πλατιά

Με λίγο πλήξη και με κάποια νοσταλγία

«είναι μονότονη η ζωή πα στη στεριά».

Μαζί χαράξαμε μια δύσκολη πορεία

για  ’να ταξίδι που δε γύρισε ξανά

κάποια ψιθύρισε μικρή επιθυμία

κουραστικό  να είσαι απ’ τη θάλασσα μακριά.

Σαν κάποια βίδα στο μυαλό του να’ χει στρίψει

και γράφει κύκλους όπως  να’ ναι στα τρελά

ή μπας στ’ αλήθεια η αρμύρα του’ χε λείψει,

χωρίς πυξίδα,  να  ’χει  χάσει τα νερά.

Η κρυστάλλινη ματιά

by Apollo Spiliotis
Στην  μνήμη  του  Willy  Gault

Νέον όλοι τον γνώριζαν πάνω στης νιότης τον ανθό.

Τ’ αθλητικό του παράστημα κι’  ευρωστία

είχαν   πλαστεί στα γυμναστήρια.

Η  κόμη η δασειά  με ευπρέπεια  κτενισμένη,

ομοίαζε  σαν του Ερμή

και  η ματιά  κρυστάλλινη σαν το νερό πηγής.

Το όλο σύνολο εστόλιζε η ξάστερη  αυτή  θωριά

καθρέπτης της ψυχής του νέου εκείνου.

Και χθες ο πανδαμάτωρ χρόνος,

της  ζήλιας ο θεός

μου ’φερε μπρος μου  δείγμα της δουλειάς

που διάλεξε να κάνει εδώ στη γη.

Τι  έκπληξη!   Το νέο που έπλασαν οι Ολύμπιοι

και  θαύμαζαν τόσο οι θνητοί

χάιδευε  με μια αστραφτερή  αερίσια σμίλη.

Τίποτε δεν θύμιζε πλέον το Ερμή,

ούτε η κόμη, ούτε η κορμοστασιά,

της σμίλης η αιχμή τα είχε βρει σαν περιττά.

Τα πήρε ο αγέρας στο πέρασμα του χρόνου.

Το μόνο που έμεινε ανέγγιχτο ήταν η ματιά!

Δεν μπόρεσε να την αγγίξει η σμίλη.

Ήταν αλήθεια κρυστάλλινη σαν το νερό,

που μόνη ακόμη ήταν αρκετή για να θυμίζει

την κάποτε  Άριστη και Τέλεια ακμή του νέου.

Διαβατάρικα Πουλιά

by Apollo Spiliotis
Diabatarika_poulia.jpg

Άνοιξε η πόρτα κι   ήρθες στο άγνωστο 

Για σένανε  κατώφλι

Εκεί σε πρωτογνώρισα πουλάκι διαβατάρη

Το φως του ήλιου μοιραστήκαμε

Και τις χαρές τις νιότης

Ποιος ξέρει αν ήταν αρκετά

Βιαστικά ήρθε και πέρασε ο αιώνας

Ποιος σ’ έστειλε?

 Γιατί να  ’ρθεις?

Γιατί να   ’ρθω? 

Μη ξέρεις γιατί  φεύγω   ή που πηγαίνω μοναχός  

και την αρχή του δρόμου?

Μήπως αν φύγουμε μαζί και φτερουγούμε αντάμα

Βγούμε στην άκρη τ’  ουρανού

Του Μυστηρίου την  πόρτα?

Ο Καπετάνιος που δεν ταξίδεψε

by Apollo Spiliotis
Εις Μνήμη Άγγελου Ματζαβίνου

Σαν του Μαγιού γαρύφαλλο

ψηλός, ξηρός, μελαχρινός

μ’ ένα σοφό κεφάλι...

Έτσι σε περιέγραψε ένας μαθητής σου.

Ένας μαθητής από τις χιλιάδες

που παίδευσες στο πέρασμά σου.

Παίδευσες, για να δύνανται να μεταλάβουν

αγνά παρθένα μικρά πνεύματα,

με το φως της σοφίας σου.

Και αυτή η θεία μετάληψη της σοφίας σου,

άναψε και από ένα φως κεριού,

κι έγιναν δυο και τρία.

Κι έπειτα χιλιάδες κεριά σκορπίστηκαν

στα πέρατα του κόσμου

κι άγγιξαν τους ουρανούς του απείρου.

Η αγάπη σου για την γενέτειρά σου

κράτησε τα  φτερά σου

καθηλωμένα στο νησί.

Το ανήσυχο όμως πνεύμα σου

πέταξε μέσω των μαθητών σου

σ’ όλες τις γωνιές της γης

κοινωνώντας την σοφία σου

σε λευκούς και μαύρους

κίτρινους και ερυθρούς.

Το φθαρτό σου σώμα αναλύθη

εξ οις συνετέθη,

το πνεύμα σου όμως το ύαλο

λάμπει και φωτίζει τα πέρατα της οικουμένης.

Ευλαβώς κλίνω το γόνυ

εκ μέρους όλων εκείνων που δεν 

σε γνώρισαν κι όμως μυήθηκαν

κοινωνώντας με τη σοφία σου.

Αείμνηστε δάσκαλε αναπαύσου.

Η σπίθα του πνεύματός σου

θα φωτίζει τα σκοτάδια

της αμαθείας στους αιώνες.